Μετανάστριες στον ελλαδικό χώρο

Εισαγωγή

Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες εκατοντάδων δολοφονιών μεταναστών/ τριών από τον φράχτη του Έβρου με τις βίαιες επαναπροωθήσεις που λαμβάνουν χώρα σε καθημερινή βάση από το ελληνικό κράτος, ως τα ναυάγια στο Αιγαίο με αποκορύφωμα το έγκλημα στην Πύλο όπου πέθαναν πάνω από 600 μετανάστριες/ες που προσπαθούσαν να φτάσουν στη χώρα. Στο παρόν κείμενο θα καταπιαστούμε με τις συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει κάποιο άτομο στον ελλαδικό χώρο λόγω της μεταναστευτικής του ταυτότητας, καθώς και τις επιπλέον καταπιέσεις που βιώνουν οι μετανάστριες λόγω της έμφυλης ταυτότητάς τους.

Αρχικά είναι απαραίτητες κάποιες διευκρινίσεις. Μπορεί ο όρος «μετανάστης» να είναι διευρυμένος και να αφορά όσα άτομα έχουν αφήσει τον τόπο καταγωγής τους στην αναζήτηση ενός καλύτερου αύριο, η ζωή όμως που βιώνει κάθε μετανάστης είναι πάρα πολύ διαφορετική ανάλογα με την καταγωγή του, τη θρησκεία, το φύλο, την οικονομική κατάσταση, ενώ ένας ακόμα σημαντικός διαχωρισμός είναι το αν έχουν ή όχι χαρτιά. Οι διαφορετικές συνθήκες που έχουν να αντιμετωπίσουν με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά οφείλονται από τη μία στο θεσμικό ρατσισμό που επιβάλλεται από το κράτος (πχ μέσω της στέρησης στοιχειωδών δικαιωμάτων όπως πρόσβαση σε νόμιμη εργασία, περίθαλψη, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, ελευθερία) και από την άλλη στον κοινωνικό ρατσισμό που δημιουργεί περιβάλλον αποκλεισμού, περιθωριοποίησης και αορατότητας. Ο δεύτερος είναι εντονότερος όσα περισσότερα χαρακτηριστικά απόκλισης εμφανίζει κάποιος/α (για αυτό και όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία ακούγαμε δημοσιογράφους με περίσσιο θράσος να λένε ότι είναι διαφορετικοί οι ξανθοί γαλανομάτηδες Ουκρανοί μετανάστες απ’ ότι οι «σκουρόχρωμοι» μουσουλμάνοι της ανατολής).

Από το κράτος γίνεται επιπλέον η προσπάθεια διάκρισης των μεταναστριών σε «καλούς» και «κακούς» ακολουθώντας την πάγια τακτική του διαίρει και βασίλευε με πιο συχνό τον διαχωρισμό σε «πρόσφυγες» και «μετανάστες», δηλαδή μεταξύ αυτών στους οποίους αναγνωρίζεται το δικαίωμα να μεταναστεύσουν λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν στον τόπο προέλευσής τους και σε αυτούς που δεν αναγνωρίζεται.

Στην πραγματικότητα όμως τα ίδια τα κράτη που επιβάλλουν αυτούς τους διαχωρισμούς είναι αυτά που σε συνδυασμό με την προσπάθεια του κεφαλαίου να αυξήσει την κερδοφορία του, δημιουργούν τις αιτίες της μετανάστευσης κηρύσσοντας πολέμους, εφαρμόζοντας αποικιοκρατικές πολιτικές, στηρίζοντας απολυταρχικά καθεστώτα, ή επιβάλλοντας ακραίες συνθήκες φτώχιας. Οι μετανάστες/τριες που προσπαθούν να εισέλθουν στην Ε.Ε. μέσω της Ελλάδας βρίσκονται αντιμέτωποι με κοινές περιπολίες εθνικού στρατού και Frontex που με τις ενέργειές τους για την «προστασία των συνόρων» από την είσοδο των μεταναστών/στριών , έχουν οδηγήσει σε θάνατο έναν τρομακτικό αριθμό εξ αυτών. Όσοι/ες καταφέρουν να εισέλθουν στην ελληνική επικράτεια εγκλωβίζονται σε αυτήν και έρχονται αντιμέτωποι/ες με τη διαχείριση που τους επιφυλάσσεται. Η Ελλάδα λειτουργεί ως αποθήκη του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού – μεταναστών και η ΕΕ με τη σειρά. Γι’ αυτό και κρατάει το μεγαλύτερο κομμάτι εξ αυτών σε καθεστώς παρανομίας, ενώ χτυπάει με μεγάλη σφοδρότητα όσους επιλέγουν να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους ή να αγωνιστούν.

Μετανάστριες εργάτριες

Η μαύρη κακοπληρωμένη εργασία για τις μετανάστριες που ζουν στον ελλαδικό χώρο είναι δυστυχώς δεδομένη. Όταν οι μετανάστριες δεν έχουν νόμιμα έγγραφα για την παραμονή τους στη χώρα, τότε είναι αδύνατον να βρουν μια δουλειά στην οποία θα έχουν τις νόμιμες απολαβές καθώς και ασφάλιση. Αυτό συμφέρει τα αφεντικά που εκμεταλλεύονται αυτή τη συνθήκη και χρησιμοποιούν το φθηνό μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό για ακόμη περισσότερα κέρδη. Σε μια χώρα όπου οι μετανάστριες είναι τυπικά αόρατες για τον κρατικό μηχανισμό, τις εκθέτει άμεσα σε μια συνθήκη εργασιακής εκμετάλλευσης. Δεκάδες εργοστάσια, μαγαζιά εστίασης, βιομηχανίες και χωράφια στελεχώνονται με μετανάστες και μετανάστριες χωρίς χαρτιά, χωρίς ασφάλιση και με πενιχρούς μισθούς. Η ανάγκη για επιβίωση δεν τους αφήνει περιθώρια για διεκδίκηση καλύτερων εργασιακών συνθηκών.

Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί η κρατική ευθύνη πάνω σε αυτή τη συνθήκη. Το κράτος δεν νομιμοποιεί τις μετανάστριες, αλλά τις δαιμονοποιεί λέγοντας πως έρχονται σε μια χώρα που δεν υπάρχουν δουλειές γι’ αυτές, δεν υπάρχουν τρόποι επιβίωσης και είτε τις φυλακίζει σε καμπ είτε τις πνίγει στο Αιγαίο με συνεχόμενα pushbacks. Είναι το ίδιο το κράτος και οι μηχανισμοί του από την άλλη που κάνουν τα στραβά μάτια στα μεγαλοαφεντικά που εκμεταλλεύονται την εργατική δύναμη των μεταναστριών εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των κοινωνικά και ταξικά ανώτερων.

Ας μην ξεχνάμε τον θεσμικό ρατσισμό, ο οποίος με νομοθετικές πράξεις κάνει την ζωή των μετανατριών δυσκολότερη. Συγκεκριμένα ο Νόμος 4387/2016 που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ καταργεί την χορήγηση της ελάχιστης σύνταξης σε όλες/όλους τις/τους ασφαλισμένες/ους   ντόπιες/ους   και   μετανάστ(ρι) ες μετά από 15χρόνια εργασίας, και συνδέει το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης με 20χρόνια εργασίας και 40 χρόνια νόμιμης και μόνιμης παραμονής στην χώρα.

Υπάρχουν συγκεκριμένα κάποια επαγγέλματα που εκτελούνται κυρίως από γυναίκες μετανάστριες. Αυτά είναι τα επαγγέλματα φροντίδας ηλικιωμένων, παιδιών αλλά και όλων των οικιακών εργασιών, επαγγέλματα τα οποία εκτελούσαν αμισθί εδώ και δεκάδες χρόνια οι θηλυκές μορφές μιας οικογένειας είτε ήταν οι μητέρες είτε οι κόρες. Από τη στιγμή που οι γυναίκες βγήκαν στην αγορά εργασίας και εργάζονται και εκτός σπιτιού, δημιουργήθηκε η ανάγκη να καλυφθούν οι ανάγκες αυτές από άλλα άτομα. Ως επι το πλείστον μιλάμε για μαύρη και κακοπληρωμένη δουλειά, η οποία έχει πολύ μεγάλη σωματική και ψυχολογική κούραση. Συνήθως γυναίκες μεσήλικες καλούνται να καλύψουν αυτές τις θέσεις, διότι πουθενά αλλού δεν μπορούν να βρουν δουλειά και πάνω σε αυτή την επισφάλεια πατούν οι εργοδότες τους. Οι δομές φροντίδας ηλικιωμένων στη χώρα μας είναι ελάχιστες και συνήθως υποστελεχωμένες, οπότε οι οικογένειες επιλέγουν τη λύση του να «πάρουν μια γυναίκα» να προσέχει τον παππού ή τη γιαγιά, οι οποίοι συνήθως είναι σε αρκετά δύσκολη κατάσταση και πιθανά κλινήρης. Επίσης , οι βρεφονηπιακοί σταθμοί είναι επίσης ελάχιστοι και υποστελεχωμένοι, άρα πάλι η λύση βρίσκεται στο να προσλάβει η οικογένεια μια «γυναίκα» για τη φροντίδα των παιδιών τους.

Μετανάστριες σε camps

Οι συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει η κάθε μετανάστρια στον ελλαδικό χώρο διαφέρουν. Από το εάν είναι «νόμιμη», με χαρτιά ή χωρίς, με βάση τη χώρα καταγωγής της, τη θρησκεία της, τη φυλή της, την σεξουαλικότητα της και την οικονομική κατάσταση της. Αντιλαμβανόμαστε όμως ανάμεσα στα πιο καταπιεσμένα υποκείμενα χωρίς καμία αμφιβολία τις μετανάστριες οι οποίες είναι εγκλωβισμένες στα camps.

Στην περίπτωση αυτή δεν μιλάμε μόνο για πολλαπλές καταπιέσεις, όπως στην περίπτωση των υπόλοιπων μεταναστριών, αλλά μιλάμε για άτομα που στερούνται στοιχειώδη όρους διαβίωσης. Πρώτο και κυριότερο στερούνται την ελευθερία τους, καθώς είναι έγκλειστες με καθημερινό έλεγχο και επιτήρηση. Αναγνωρίζεται ως μοναδική ταυτότητα τους αυτή της μετανάστριας, αγνοώντας όλα τα επιπλέον χαρακτηριστικά τους, οι ικανότητες τους, τα όνειρα τους, οι στόχοι τους και ότι είναι πολλά περισσότερα από έναν άνθρωπο που έχει βρεθεί σε μια άλλη χώρα χωρίς χαρτιά.

Σαν να μην φτάνει ο εγκλεισμός που βιώνουν, οι συνθήκες διαβίωσης   τους είναι απάνθρωπες. Στερούνται στέγης,   ζούνε   στοιβαγμένα   σε   ανθρωποαποθήκες που ο πληθυσμός τους υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια χωρητικότητας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα. Στερούνται τροφής, σε καθημερινή βάση θα πρέπει να περιμένουν για ώρες σε ουρές για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν ένα πιάτο φαγητό αμφίβολης ποιότητας και ποσότητας. Στερούνται ήδη υγιεινής και καθαριότητας, καθώς και ιατρικής φροντίδας. Μόνο σε πολύ σοβαρές καταστάσεις έχουν την απαραίτητη περίθαλψη, τα ραντεβού με τους γιατρούς αργούν, αναβάλλονται, πολλές φορές η αντιμετώπιση δεν είναι η αναμενόμενη. Η κατάσταση αυτή χειροτέρεψε από τον Covid και έπειτα όπου ήταν παρατημένες στη μοίρα τους χωρίς κανένα μέτρο πρόληψης ή καταπολέμησης οποιασδήποτε αρρώστιας. Το αποκορύφωμα ήταν οι ακυρώσεις εκτρώσεων λόγω απαγόρευσης χειρουργείων εξαιτίας του ιού, με πολλές μετανάστριες να αναγκάζονται να κυοφορούν αλλά και να γεννούν σε άθλιες συνθήκες. Πολλές φορές αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγο της αβεβαιότητας του ρόλου του κάθε υπεύθυνου φορέα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν καθυστερήσεις στις παραπομπές, παραβιάσεις απορρήτου ή έλλειψη ειδικών διαδικασιών ή εξειδικευμένης υποστήριξης σε περιπτώσεις θυμάτων έμφυλης βίας.

Οι μετανάστριες που ζούνε στα camps είναι αόρατες τόσο για το κράτος που έχει επιλέξει τη θανατοπολιτική, όσο και για το σύνολο της κοινωνίας. Από τη μια είναι η υλική στέρηση των πολύ βασικών αναγκών, από την άλλη η απειλή που βιώνουν οι θηλυκότητες στα camps είναι πολύ μεγαλύτερη. Μέσα σ’ αυτά κατανοούμε ότι η συμβίωση τους με άντρες γαλουχημένους σε βαθιά πατριαρχικές κοινωνίες δεν είναι διόλου εύκολη. Δεν είναι λίγες οι αναφορές σε παραβιάστηκες συμπεριφορές ή κακοποίηση τους από τους συντρόφους τους, τους συγκρατούμενους τους ή ακόμα και από τους φύλακες, χωρίς στην ουσία να έχουν κάπου να απευθυνθούν για να ζητήσουν βοήθεια και τις φωνές τους να μην ακούγονται. Οι συνθήκες υπερσυντονισμού στα καμπς το καθιστούν σχεδόν αδύνατο να εντοπιστούν επιζώσες έμφυλης βίας, αλλά και να εντοπιστούν, έρχονται αντιμέτωπες με μη επαρκή εξειδικευμένη υποστήριξη, έλλειψης διερμηνείας στις υπηρεσίες, με ανεπαρκή αριθμό προσωπικού ή/και μη επαρκώς εκπαιδευμένο προσωπικό, όπως επίσης και έλλειψη παροχής νομικής βοήθειας.

Ακόμα και εάν κάποια καταφέρει να έχει το «προνόμιο» να ζει σε διαμέρισμα και όχι σε καμπ, που συγκριτικά ίσως είναι σε καλύτερη μοίρα, ωστόσο δεν παύει να είναι εγκλωβισμένη αυτή τη φορά σε ένα σπίτι χωρίς να μπορεί με κάποιο τρόπο να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο αφού δεν υπάρχει δυνατότητα για εκπαίδευση, εργασία, κοινωνικές δραστηριότητες και συναναστροφή.

Μετανάστριες επιζώσες trafficking

Η εμπορία ανθρώπων, μια οδυνηρή εκδήλωση σύγχρονης δουλείας, οργανωμένου εγκλήματος, παρανομοποιημένης μετανάστευσης και σοβαρής παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνεχίζει να εξαπλώνεται παγκοσμίως. Ένα διεθνικό οργανωμένο έγκλημα. Μια αποτρόπαια παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Στον περίπλοκο ιστό των μεταναστευτικών οδών προς την Ευρώπη, η Ελλάδα αποτελεί κομβικό σταυροδρόμι, μια θέση που δίνει χώρο στην έξαρση της εμπορίας ανθρώπων. Ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην επικράτηση των θηλυκοτήτων, των queer ατόμων και των παιδιών θυμάτων στην εμπορία ανθρώπων είναι το βαθιά ριζωμένο σύστημα πατριαρχίας και ανισότητας των φύλων που εξακολουθεί να υφίσταται σε πολλές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από τις οποίες προέρχονται οι μετανάστριες. Η πατριαρχία, μια κοινωνική δομή στην οποία οι άνδρες κατέχουν την πρωταρχική εξουσία και οι θηλυκότητες βρίσκονται συστηματικά σε μειονεκτική θέση, διαιωνίζει τις διακρίσεις και τη βία με βάση το φύλο, καθιστώντας τις θηλυκότητες, τα queer άτομα και τα παιδιά πιο ευάλωτα στην εκμετάλλευση.

Οι πατριαρχικές νόρμες υποβιβάζουν τις θηλυκότητες και τα queer άτομα σε υποδεέστερους ρόλους, περιορίζουν την πρόσβασή τους στην εκπαίδευση και τις οικονομικές ευκαιρίες και υπονομεύουν την δυνατότητά τους να κάνουν αυτόνομες επιλογές. Αυτή η ανισότητα με βάση το φύλο επεκτείνεται και στα μεταναστευτικά πρότυπα, καθώς τα άτομα από κοινωνίες στις οποίες ο πατριαρχικός κλοιός είναι ακόμη πιο ασφυκτικός μπορεί να βιώνουν έλλειψη οικογενειακής υποστήριξης όταν αναζητούν ευκαιρίες στο εξωτερικό. Αυτή η έλλειψη υποστήριξης μπορεί να τα καταστήσει πιο ευάλωτα στους διακινητές που εκμεταλλεύονται την απελπισία τους για μια καλύτερη ζωή.

Επιπλέον, στις πατριαρχικές κοινωνίες η βία κατά των θηλυκοτήτων και των queer ατόμων γίνεται ανεκτή, “κανονικοποιώντας” την κακοποίηση και αποσιωπώντας τα θύματα. Αυτή η κανονικοποιημένη βία ενισχύει την ευαλωτότητα τους και σε πολλές περιπτώσεις, παρατείνει το να υπομένουν σκληρές συνθήκες αντί να διακινδυνεύσουν να επιστρέψουν στο καταπιεστικό περιβάλλον της πατρίδας τους. Το μοτίβο αυτό επιδεινώνεται όταν τα άτομα έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε νομική προστασία ή σε συστήματα κοινωνικής υποστήριξης τόσο στις χώρες καταγωγής τους όσο και στις χώρες προορισμού. Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, οι περιορισμένες εκπαιδευτικές ευκαιρίες, οι ανεπαρκείς δομές κοινωνικής πρόνοιας και η έλλειψη οικογενειακής υποστήριξης για τις θηλυκότητες και τα queer άτομα στις πατριαρχικές κοινωνίες έχουν αναγνωριστεί ως αλληλένδετοι διαρθρωτικοί παράγοντες που διαιωνίζουν άμεσα τη φτώχεια.

Οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές, που συχνά επηρεάζονται από τους διαδιδόμενους μύθους που παρουσιάζουν τους μετανάστες ως “απειλή για την εθνική ασφάλεια”, επιδεινώνουν το ζήτημα. Οι πολιτικές και οι προκαταλήψεις στο πλαίσιο των μεταναστευτικών συστημάτων συμβάλλουν στην εμπορία ανθρώπων, επιτρέποντας στους διακινητές να εκμεταλλεύονται τα τρωτά σημεία των μεταναστών.

Ο αγώνας κατά της εμπορίας ανθρώπων περιπλέκεται περαιτέρω από εσωτερικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης της Μαφίας της Ελληνικής Αστυνομίας, ενός εγκληματικού δικτύου εντός του μηχανισμού επιβολής του νόμου. Η παρουσία της Μαφίας της Ελληνικής Αστυνομίας εμποδίζει τις προσπάθειες καταπολέμησης της εμπορίας ανθρώπων, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι τα μέλη της εμπλέκονται άμεσα σε διεφθαρμένες δραστηριότητες, όπως εκβιασμοί, δωροδοκία και συνεργασία με διακινητές.Αυτή η εσωτερική διαφθορά επιτείνει την ευαλωτότητα των μεταναστριών και επιτρέπει στους διακινητές να δρουν με σχετική ατιμωρησία, καθώς συχνά διατηρούν σχέσεις με διεφθαρμένους αστυνομικούς που τους προειδοποιούν για επικείμενες καταστολές ή τους βοηθούν στην παράκαμψη του νόμου.

Η ενοχοποίηση των θυμάτων αποτελεί επίσης κομβικό ζήτημα στο πεδίο της εμπορίας ανθρώπων. Τα επιζώντα εμπορίας ανθρώπων αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσκολία κατά την προσπάθεια επανένταξης τους στην κοινωνία, βιώνοντας εξοστρακισμό και κοινωνικές προκαταλήψεις. Αυτός ο κοινωνικός και συναισθηματικός εξοστρακισμός αυξάνει σημαντικά την ευαλωτότητα των θυμάτων, οδηγώντας σε συνθήκες επανατραυματισμού.

Είναι σημαντικό να αλλάξει ριζικά ο τρόπος που η κοινωνία αντιλαμβάνεται τα θύματα trafficking ώστε να μην στιγματίζονται και να τους παρέχεται η προστασία που χρειάζονται. Είναι σημαντικό οι πατριαρχικές και ρατσιστικές αντιλήψεις να εκριζωθούν από την κοινωνία και να υπάρξει η κατάλληλη αντιμετώπιση, προστασία και στήριξη των επιζώντων. Δεν υπάρχουν θύματα που “συναινούν”, ούτε θύματα που “τα ήθελαν και τα έπαθαν”.

Καθώς οι σκιές της σεξουαλικής διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων προβάλλουν μεγάλες πάνω από την Ελλάδα, η αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών είναι επιτακτική. Η καταπολέμηση των πατριαρχικών και ρατσιστικών στερεοτύπων, η αναγνώριση του εγγενούς εξουσιαστικού χαρακτήρα του συστήματος επιβολής του νόμου επάνω στα σώματά μας και η αναγνώριση της διασύνδεσης τους με την εμπορία ανθρώπων οφείλουν να αποτελούν πυλώνα του αγώνα μας.

Καμία ανοχή στην ελαστική, μαύρη και απλήρωτη εργασία.

Να τσακίσουμε την πατριαρχία που θρέφει τα κυκλώματα trafficking και γεννά την έμφυλη βία.

Να παλέψουμε για την κατάργηση των συνόρων.

Να δοθούν άμεσα χαρτιά και ίσα δικαιώματα για εκπαίδευση- υγεία- εργασία σε όλες τις μετανάστριες.

Να παλέψουμε για μια κοινωνία χωρίς διακρίσεις με βάση φύλο- φυλή- τάξη.