Τον Ιούλιο του 2021 μία κοπέλα, 18 ετών τότε, απευθύνθηκε για βοήθεια σε μια σερβιτόρα καφετέριας στην Ηλιούπολη. Η 18χρονη Ε. μόλις είχε αποδράσει από το διαμέρισμα όπου κρατούνταν παρά τη θέληση της και όπου βιαζόταν και κακοποιούταν από τον μαστροπό της, τον αστυνομικό Δημήτρη Μπουγιούκο. Η σερβιτόρα είχε προσεγγίσει την Ε. και είχε προσφερθεί να βοηθήσει, καθώς είχε δει αρκετές φορές την Ε. με τον κακοποιητή της, ενώ λίγες μέρες πριν την απόδραση είχε παρατηρήσει ότι το πρόσωπό της ήταν πρησμένο, σαν να την είχαν χτυπήσει. Η Ε. είχε βιώσει την κακοποίηση από την παιδική της ηλικία, καθώς από τα 11 της κακοποιούταν σεξουαλικά από τον πατέρα της. Έπειτα, προσπαθώντας να φύγει από το σπίτι της και τον κακοποιητή πατέρα, γνωρίζει τον πρώην σύντροφό της Ντανιέλ, ο οποίος την εξέδιδε, την απειλούσε και την κακοποιούσε, μέχρι τη στιγμή που κατέληξε στα χέρια του μπάτσου μαστροπού Μπουγιούκου.
Και ενώ κατάφερε να δραπετεύσει και να βρει βοήθεια στο πρόσωπο της σερβιτόρας -και θα πίστευε κανείς πως το μαρτύριο της θα τελείωνε εκεί- αντ’ αυτού, όταν η Ε. κάλεσε την αστυνομία για να καταγγείλει τους βιαστές μαστροπούς της, οδηγήθηκε στο τοπικό Α.Τ. όπου και κρατήθηκε για ώρες χωρίς να επιτραπεί η παρουσία των δικηγόρων που ήθελαν να υπερασπιστούν την επιζώσα. Μετά από αρκετές ώρες οδηγήθηκε σε νοσοκομείο με συμβατικό αυτοκίνητο από τους μπάτσους, χωρίς να ενημερωθούν οι δικηγόροι ποιο είναι το νοσοκομείο στο οποίο την μεταφέρουν. Στο νοσοκομείο, μάλιστα, οι μπάτσοι την παρουσίασαν ως κρατούμενη και όχι ως θύμα σωματεμπορίας (trafficking). Τις επόμενες ώρες οδηγήθηκε στο τμήμα ο Μπουγιούκος αλλά όχι με αυτόφωρη διαδικασία. Μετά από λίγες ημέρες ένα δεύτερο θύμα, η Χρ. καταγγέλλει και εκείνη τον Μπουγιούκο για σωματεμπορία και βιασμό. Ο Μπουγιούκος, ο παΤΕΡΑΣ και ο Ντανιέλ αρχικά προφυλακίστηκαν.
Με μεγάλη καθυστέρηση και λίγο πριν την εκπνοή του 18μηνου, τον Δεκέμβριο του 2022 έλαβε χώρα η δίκη της υπόθεσης αυτής. Η έδρα έκρινε τον πατέρα της Ε. αθώο για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου και ένοχο για οπλοκατοχή με ποινή 6 μήνες φυλάκιση και 600 ευρώ πρόστιμο, με τριετή αναστολή. Ο αστυνομικός Δημήτρης Μπουγιούκος κρίθηκε αθώος για την υπόθεση της Χρ. και ένοχος για σωματεμπορία. Η ποινή του ήταν: 5 έτη φυλάκισης με αναστολή, 6μήνες για ενδοοικογενειακή βία, 6 μήνες για οπλοκατοχή. Με λίγα λόγια ένοχος αλλά ελεύθερος. Ο Ντανιέλ κρίθηκε ένοχος για σωματεμπορία με ποινή 10 έτη φυλάκιση, για μαστροπεία με ποινή 5 έτη φυλάκιση και για ναρκωτικά με ποινή 10 μέρες. Η τελική συγχώνευση της ποινής ήταν 10 +2 έτη φυλάκιση και οι 10 μέρες κρίθηκαν εξαγοράσιμες, με 5E /ημέρα. Τέλος, στις 2/1 που εξέπνευσε η προθεσμία άσκησης έφεσης από τον Εισαγγελέα για την υπόθεση, παρά την αίτηση που κατατέθηκε από τις συνηγόρους υπεράσπισης της Ε., η αρμόδια εισαγγελέας έκρινε ότι “δε συντρέχει λόγος έφεσης”.
«Τον λόγο τώρα τον έχει η δικαιοσύνη»
Σε κάθε περίπτωση ειδεχθών εγκλημάτων κοινωνικού ενδιαφέροντος, η επίσημη γραμμή που πλασάρεται από πολιτικά πρόσωπα και ΜΜΕ, για να κατευνάσουν τα πνεύματα, είναι ότι δεν πρέπει να στήνονται λαϊκά δικαστήρια και ότι τον λόγο τώρα τον έχει η δικαιοσύνη.
«Οι κακοί στη φυλακή»
Η δικαιοσύνη άλλωστε είναι “ανεξάρτητη” και “αμερόληπτη” και βάζει τους “κακούς” στη φυλακή. Στη φυλακή, λοιπόν, η κοπέλα από την Πάτρα, που σε ηλικία 22χρονών δέχτηκε απόπειρα βιασμού και υπερασπιζόμενη τον εαυτό της σκότωσε τον θύτη. Στη φυλακή και η καθαρίστρια που είπε ψέματα ότι είχε απολυτήριο δημοτικού για να βρει δουλειά. Στη φυλακή και χιλιάδες άνθρωποι που αδυνατούσαν να ξεπληρώσουν μικροχρέη ή που κατέφυγαν σε μικροκλοπές για να επιβιώσουν.
Στη φυλακή, όμως, δε θα μπουν οι πολιτικοί που κλέβουν χιλιάδες ευρώ από τα κρατικά ταμεία μέσω απευθείας αναθέσεων στους εαυτούς τους, ούτε τα μέλη των κομμάτων που χρωστάνε εκατομμύρια. Ούτε και οι επιφανείς προσωπικότητες που βιάζουν, κακοποιούν δολοφονούν. Ελεύθερος ο κατ’ εξακολούθηση παιδοβιαστής Λιγνάδης, αθώος ο μπάτσος που δολοφόνησε τον 16χρονο Κ. Φραγκούλη, ΕΔΕ για τον μπάτσο που βίασε τη 19χρονη στο ΑΤ Ομόνοιας, ελεύθεροι οι δολοφόνοι του Ζακ, ένοχοι αλλά ελεύθεροι οι μαστροποί/βιαστές/κακοποιητές της υπόθεσης της Ηλιούπολης…
Μπάτσοι, tv, δικαστικοί, όλα τα καθάρματα δουλεύουνε μαζί
Δικαιοσύνη εντός του εξουσιαστικού, καπιταλιστικού, πατριαρχικού κόσμου στον οποίο ζούμε δεν υπάρχει και δε θα μπορούσε να υπάρξει όταν η πλευρά των εκμεταλλευτών νομοθετεί, ελέγχει, κρίνει. Αυτό έγινε απόλυτα σαφές με την υπόθεση της Ηλιούπολης. Δεν ήταν μόνο οι δικαστές που συντέλεσαν στο να αφεθούν ελεύθεροι ο βιαστής πατέρας της Ε. και ο μαστροπός/κακοποιητής/βιαστής Μπουγιούκος. Από την πρώτη στιγμή που η Ε. απευθύνθηκε στην αστυνομία ξεκίνησε η προσπάθεια να κουκουλωθεί το ζήτημα. Η αστυνομία δήλωσε στους γιατρούς ότι ήταν κρατούμενη προκειμένου να μη διεξαχθούν οι εξετάσεις που προβλέπονται για τα θύματα trafficking. Παρά τα αιτήματα των δικηγόρων, δεν εξετάστηκε κανένα στοιχείο που να αφορά τον βασικό συνεργό του αστυνομικού, δεν έγινε άρση απορρήτου του site μέσω του οποίου εξέδιδαν τα κορίτσια, δεν κλήθηκε ως μάρτυρας η «Μαρίνα» που καταγγέλλεται ως ιδιοκτήτρια του παραπάνω site η οποία εμπλέκεται και στην υπόθεση GreekMafia και στην υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό. Εν ολίγοις η έρευνα που διεξήχθη από την αστυνομία ήταν εξαρχής ελλιπέστατη, προκειμένου οι δράστες να έχουν τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν στο δικαστήριο την επάρκεια των αποδείξεων της ενοχής τους. Το ίδιο, είχαμε δει να συμβαίνει και στη δίκη Λιγνάδη, όπου μεσολάβησαν εβδομάδες μέχρις ότου να πραγματοποιηθεί έρευνα στο σπίτι και στις ηλεκτρονικές συσκευές του, διάστημα στο οποίο προφανώς είχε προλάβει να ξεφορτωθεί τα ενοχοποιητικά στοιχεία.
Στη συνέχεια ακολουθεί η δίκη. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, σε όλο το διάστημα από τη σύλληψη των δραστών ως τη δίκη, οι καταγγέλουσες δέχονταν απειλές τόσο από τους ίδιους τους θύτες όσο και από το περιβάλλον τους, ενώ έγινε και απόπειρα να ξεγελάσουν τη 2η καταγγέλουσα ώστε να παραιτηθεί από την υπόθεση. Ταυτόχρονα, κινήθηκε διαδικασία η οποία πάρα λίγο να αποτρέψει την παρουσία της δικηγόρου τους στη δίκη. Επιπλέον, οι 18 μήνες είναι ο μέγιστος χρόνος προφυλάκισης χωρίς δίκη. Δεδομένου του κινδύνου που διατρέχουν οι επιζώσες, ήταν πάρα πολύ σημαντικό η δίκη να πραγματοποιηθεί πριν την αποφυλάκιση των δραστών. Για αυτό και κανονικά θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει τουλάχιστον στο 12ο μήνα από τη σύλληψη τους, προκειμένου να υπάρχει επαρκής χρόνος για την εκδίκαση, καθώς υπό κανονικές συνθήκες, υποθέσεις τέτοιας βαρύτητας και με ανάλογο όγκο στοιχείων απαιτούν αρκετούς μήνες για να εκδικαστούν. Αντ’ αυτού η δίκη ξεκίνησε ένα μήνα πριν τη συμπλήρωση του 18μηνου, ενώ οι συνήγοροι είχαν ενημερωθεί ότι η υπόθεση θα «κλείσει» με fast track διαδικασίες πριν τα Χριστούγεννα. Το χρονοδιάγραμμα αυτό είχε τεράστια επίπτωση στο πως διεξήχθη η διαδικασία και το πώς δεν δόθηκε ο κατάλληλος χώρος για να στοιχειοθετηθεί πλήρως η πλευρά των καταγγελουσών.
Πέρα από το νομικό κομμάτι, η ίδια η δίκη διεξήχθη με απαράδεκτους όρους προς τις επιζώσες. Παρά τα πολλαπλά αιτήματα και εναλλακτικές που έδωσαν οι συνήγοροι για να πραγματοποιηθεί η διαδικασία, με όρους που προστατεύει τα θύματα και δεν τα εκθέτει σε περαιτέρω επανατραυματισμό – όπως προβλέπεται άλλωστε για θύματα trafficking και από τις ευρωπαϊκές οδηγίες – η έδρα δε δέχτηκε να γίνει η κατάθεσή τους χωρίς την παρουσία τους εντός της αίθουσας για το σύνολο των κατηγοριών. Μάλιστα, το γεγονός ότι η μία εκ των καταγγελουσών αρνήθηκε να παραστεί, καθώς, όπως δήλωσε, προτιμά να αυτοκτονήσει από το να βρεθεί στο ίδιο δωμάτιο μαζί με τους βασανιστές της, χρησιμοποιήθηκε για να τεθεί υπό αμφισβήτηση η αξιοπιστία της. Η Ε. που βρήκε το σθένος να παραστεί στην αίθουσα δέχθηκε αλλεπάλληλες υβριστικές επιθέσεις, τόσο από τους συνήγορους υπεράσπισης των κατηγορουμένων όσο και από τους ίδιους τους κατηγορούμενους, ενώ έπρεπε να υπομείνει και το να ακούσει την πρόταση αθώωσης του εισαγγελέα, καθώς σύμφωνα με αυτόν «ήθελε και τα έκανε». Αντίστοιχη ήταν και η περίπτωση που είχαμε δει στη δίκη του Λιγνάδη, όπου οι καταγγελίες των ατόμων που δεν παρευρέθηκαν στο δικαστήριο αγνοήθηκαν πλήρως, ενώ όσα επιζώντα άτομα παρευρέθηκαν στην αίθουσα δέχτηκαν σωρεία επιθέσεων στον χαρακτήρα τους και την αξιοπιστία τους. Και σε αυτούς ειπώθηκε, όπως και στην Ε., ότι «ήθελαν και τα έκαναν» για να εξασφαλιστούν οικονομικά.
Η στοχοποίηση, βέβαια, των θυμάτων είναι σύνηθες φαινόμενο και δεν ξεκινά ούτε τελειώνει στις αίθουσες δικαστηρίων. Πριν καταλήξει μια υπόθεση στα δικαστήρια, περνάει πρώτα από τα ΜΜΕ. Φράσεις όπως, «επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι» και «ελαφρών ηθών» αναπαράγονται ελεύθερα στα κανάλια για τα θύματα, γίνονται σωρηδόν σχόλια που αμφισβητούν την αξιοπιστία τους, τίθενται «καλοκάγαθες» ερωτήσεις γύρω από το «γιατί τόσο καιρό δεν έλεγαν κάτι». Παράλληλα, τα ΜΜΕ παρενοχλούν τα θύματα και δε σέβονται ούτε στο ελάχιστο την ιδιωτικότητα τους (όπως έγινε στο σπίτι της οικογένειας της 12χρονης στον Κολωνό, που δεν μπορούσε επί μέρες να βγει από το σπίτι, λόγω της παρουσίας των δημοσιογράφων), ενώ οι θύτες δεν χαίρουν της ίδιας μεταχείρισης. Πέρα από την στοχοποίηση των θυμάτων, εξίσου μεγάλη έμφαση δίνεται και στο ξέπλυμα των δραστών. Ευυπόληπτοι, επιφανείς πολίτες, οικογενειάρχες που δεν είχαν δώσει δικαιώματα και όλοι τους συμπαθούσαν, με σημαντικές συνεισφορές στον έναν ή τον άλλον κλάδο, μαγαζάτορες που απλά υπερασπίστηκαν την ιδιοκτησία τους (δολοφονώντας έναν άνθρωπο στην υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου). Όσον αφορά την υπόθεση της Ηλιούπολης, αποκορύφωμα ήταν το γεγονός ότι, μία εκ των δύο ημερών που είχε καλεστεί διήμερο αλληλεγγύης στα θύματα της υπόθεσης, ο μπάτσος Μπουγιούκος προσκλήθηκε, όσο ακόμα βρισκόταν προφυλακισμένος, να μιλήσει τηλεφωνικά σε απευθείας μετάδοση στη μεσημεριανή εκπομπή του Star «Αλήθειες με τη Ζήνα» με παρουσιάστρια την Ζ. Κουτσελίνη. Η συγκεκριμένη εκπομπή, μάλιστα, έχει δώσει δύο φορές βήμα στον Μπουγιούκο να επιτεθεί και να εκτοξεύσει τις απειλές του προς τις επιζώσες. Άλλο ένα περιστατικό που αναδεικνύει τον ρόλο συγκάλυψης που αναλαμβάνουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ σε τέτοιες υποθέσεις είναι το εξής: Στο βίντεο που δείχνει τον Μπουγιούκο να πηγαίνει με θράσος να καταθέσει φορώντας την μπλούζα της εταιρείας παραγωγής πορνογραφικών ταινιών στην οποία προωθούσε τις επιζώσες, τροποποιούσαν την φωτογραφία και αφαιρούσαν το λογότυπο από την μπλούζα.
Πέρα από την κοινή διαχείριση από πλευράς μπάτσων, ΜΜΕ και δικαστικών σε υποθέσεις σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης, παρατηρούμε και κάποιες ακόμα ομοιότητες μεταξύ τους. Οι θύτες συνήθως κατέχουν μία θέση εξουσίας (οικονομική εξάρτηση, κατοχή αξιώματος), ενώ τα θύματα ανήκουν στα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα, ενώ συχνά είναι περιθωριοποιημένα και απομονωμένα (μετανάστες/στριες, αδύναμα οικονομικά άτομα, άτομα με ανίσχυρο ή μη υποστηρικτικό περιβάλλον).
Τοίχος προστασίας να γίνει όλη η κοινωνία
Όλες αυτές οι υποθέσεις έμφυλης κακοποίησης, που δημοσιοποιήθηκαν και οδηγήθηκαν σε δικαστικές αίθουσες, με την τροπή που πήραν έως τώρα -με τα επιζώντα να μην λαμβάνουν καμία ηθική και οικονομική στήριξη και τους θύτες είτε να αθωώνονται, είτε να λαμβάνουν χαμηλές ποινές, με αποτέλεσμα να μην οδηγούνται σε φυλάκιση- έχουν άμεση επίδραση στο κοινωνικό σύνολο. Αυτές οι υποθέσεις, δεν αφορούν μόνο τα επιζώντα άτομα και τους θύτες τους, αλλά και το σύνολο της κοινωνίας. Γι’ αυτό λοιπόν είδαμε να γιγαντώνεται και να θεριεύει ένα κίνημα αλληλεγγύης για την υπόθεση βιασμού της Γεωργίας Μπίκα στην Θεσσαλονίκη, για την υπόθεση κακοποίησης και σωματεμπορίας της Ε. στην Ηλιούπολη, γα την υπόθεση παιδοβιασμού και σωματεμπορίας της μικρής 12χρονης στον Κολωνό, για την υπόθεση βιασμού της 19χρονης από αστυνομικούς στο Α.Τ. Ομόνοιας. Είδαμε κινήσεις έμπρακτης αλληλεγγύης προς τα επιζώντα, με μαζικές πορείες σε πόλεις όλου του ελλαδικού χώρου, με συγκεντρώσεις μέσα και έξω από τις δικαστικές αίθουσες, με δράσεις οικονομικής στήριξης ακόμα και με κινήσεις ψυχολογικής στήριξης. Ας μην ξεχνάμε, πως αν δεν ήταν ο αλληλέγγυος κόσμος εντός των δικαστηρίων στην Αθήνα, μπορεί ο Μπουγιούκος και ο Ντανιέλ να αθωωνόταν με συνοπτικές διαδικασίες, διότι η αντίδραση του κόσμου ήταν αυτή που άσκησε πίεση ζητώντας δικαιοσύνη.
Οι άδικες αποφάσεις που λαμβάνονται στα δικαστήρια, και ο τρόπος που επανατραυματίζουν αυτές οι διαδικασίες τα επιζώντα άτομα, μπορούν να γίνουν αποτρεπτικό παράδειγμα για όσα άτομα βιώνουν κακοποίηση και θέλουν να καταγγείλουν τους κακοποιητές τους. Όσο κι αν διαφημίζουν το κράτος και τα ΜΜΕ του ένα δήθεν φιλεύσπλαχνο προσωπείο, το οποίο θα προστατέψει παιδιά και γυναίκες σε περιπτώσεις κακοποίησης, π.χ. με διαφημίσεις στην τηλεόραση και το διαδίκτυο, επί του πρακτέου, δε χαμογελούν στα θύματα, μα αντίθετα τους δείχνουν τα δόντια τους. Διότι, είναι ειρωνικό κράτος και ΜΜΕ να υποστηρίζουν δήθεν μια στάση ενάντια στην έμφυλη βία, και στον αντίποδα τα επιζώντα να μην λαμβάνουν καμία προστασία και στήριξη, ξεκινώντας από τον επανατραυματισμό τους μέσα στα Α.Τ και τις δικαστικές αίθουσες και φτάνοντας ως και την εξ ολοκλήρου περιθωριοποίηση και στοχοποίησή τους.
Όμως, η στάση των δεκάδων συλλογικοτήτων, των χιλιάδων αλληλέγγυων ατόμων, όπως πιο συγκεκριμένα η σερβιτόρα που βοήθησε άμεσα και έμπρακτα την Ε., μας δίνει την ελπίδα ότι μπορούμε να σταθούμε το ένα δίπλα στο άλλο. Η δύναμη που έχει η αλληλεγγύη απέναντι στην έμφυλη βία, αλλά και στην αδιαφορία είναι τεράστια. Είναι πολύ σημαντικά τα δίκτυα στήριξης που δημιουργούνται γύρω από τα επιζώντα -με στήριξη τόσο οικονομική όσο και ηθική- καθώς μπορούν να δώσουν το πάτημα στα θύματα έμφυλης βίας να μιλήσουν και να ξεφύγουν από κακοποιητικά περιβάλλοντα, κυκλώματα σωματεμπορίας και πολλές φορές να καταφέρουν να γλιτώσουν ακόμη και από μια εμφυλοκτονία.
Απέναντι σε ένα κράτος και μια δικαστική αρχή που προστατεύει όσους θύτες έχουν εξουσία και χρήμα, που “πνίγει” τις φωνές και τις καταγγελίες των επιζώντων ατόμων, να στήσουμε δίκτυα αλληλεγγύης, ενδυνάμωσης και υποστήριξης για όλα τα επιζώντα άτομα.
Είμαστε πολλές δεν κάνουμε ησυχία , το κράτος να τσακίσουμε και την πατριαρχία.